Η επιστήμη της λογοθεραπείας ασχολείται με τη πρόληψη, διάγνωση και θεραπευτική αντιμετώπιση διαταραχών λόγου, φωνής ομιλίας και μάσησης – κατάποσης σε παιδιά και ενήλικες. Η λογοθεραπευτική παρέμβαση σκοπεύει στην αποκατάσταση των παραπάνω δυσκολιών μέσω συγκεκριμένων τεχνικών και μεθόδων πολλές φορές και με τη συνεργασία άλλων ειδικοτήτων όπως την εργοθεραπεία, την ειδική αγωγή και την ψυχολογική υποστήριξη.
Η λογοθεραπεία ασχολείται με την αντιμετώπιση και την αποκατάσταση των παρακάτω διαταραχών
- Διαταραχές άρθρωσης
- Φωνολογικές διαταραχές
- Διαταραχές ρυθμού της ομιλίας (τραυλισμός, ταχυλαλία)
- Διάσπαση προσοχής και υπερκινητικότητα
- Διαταραχές φωνής
- Διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (αυτισμός)
- Καθυστέρηση λόγου και Ειδικές γλωσσικές διαταραχές
- Διάφορα σύνδρομα
- Νοητική υστέρηση
- Περιπτώσεις Διγλωσσίας
- Βαρηκοΐα
- Εγκεφαλική παράλυση
- Δυσκολίες μάσησης- κατάποσης
- Σχιστίες χείλους και υπερώας
- Μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο
- Μετά από Κρανιοεγκεφαλικές Kακώσεις
- Στην Άνοια • Στην Νόσο του Parkinson
- Στην Νόσο Alzheimer
Πότε ένας γονέας μπορεί να απευθυνθεί σε λογοθεραπευτή;
Αν υπάρχει υποψία για κάποια διαταραχή στην επικοινωνία και τον λόγο του παιδιού, θα ήταν πολύ χρήσιμο να λάβει μια λογοθεραπευτική αξιολόγηση, για να διαπιστωθούν τυχόν διαταραχές. Η έγκαιρη παρέμβαση σε καθυστέρηση του λόγου ή διαταραχή, θα βοηθήσει το παιδί να αποφύγει τις δευτερογενείς συνέπειες, όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση, μειωμένη κοινωνική δραστηριότητα, φόβο για επικοινωνία και έκφραση και σε μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά, μαθησιακές δυσκολίες, που σχετίζονται με την εξέλιξη του λόγου τους.
Από την ηλικία των 3 χρόνων έως των 6 χρόνων παρουσιάζεται σημαντική γλωσσική εξέλιξη στην ανάπτυξη του παιδιού καθώς αναπτύσσεται η κατανόηση και η έκφραση.
Μέχρι την ηλικία των δύο ετών οι γονείς και τα άτομα που φροντίζουν τακτικά το παιδί θα πρέπει να καταλαβαίνουν περίπου τα μισά από τα λεγόμενά του και τα ¾ αυτών μέχρι την ηλικία των τριών ετών. Μέχρι την ηλικία των τεσσάρων ετών θα πρέπει η ομιλία του παιδιού να είναι καταληπτή ακόμη και από άτομα, που δεν το γνωρίζουν.
Ποιες είναι οι ενδείξεις που μπορεί να σημαίνουν διαταραχή λόγου ή ομιλίας;
- Δεν ανταποκρίνεται στο όνομα του
- Όταν το λεξιλόγιο του αποτελείται από λίγες λέξεις (8 – 10 λέξεις)
- Αν δεν συνδυάζει 2 λέξεις για να σχηματίσει σύντομες φράσεις και προτάσεις
- Η ομιλία του παραμένει δυσκατάληπτη
- Χρησιμοποιεί μόνο λίγα ρήματα ή/και καθόλου άρθρα ή επίθετα
- Δεν χρησιμοποιεί πληθυντικό
- Δεν εκτελεί απλές εντολές
- Δεν κατανοεί άρνηση, ερώτηση
- Μπορεί μόνο να μιμηθεί την ομιλία ή τις κινήσεις αλλά δεν παράγει λέξεις και δεν σχηματίζει φράσεις αυθόρμητα.
- Λάθη στην παραγωγή, τη χρήση, την έκφραση ή την οργάνωση του ήχου, αντικαταστάσεις ή παραλείψεις ήχων
- Δυσκολία να κατανοήσει σύνθετες προτάσεις ή οδηγίες
- Όταν οι προτάσεις του είναι μικρές και όχι σωστά οργανωμένες, π.χ. λέει «όχι φάω», αντί να λέει «δεν θέλω να φάω»,
- Η ομιλία του δεν είναι πάντα κατανοητή π.χ. αφαιρεί συλλαβές από πολυσύλλαβες λέξεις, δεν λέει απλά συμπλέγματα συμφώνων.
- Δεν μπορεί να διηγηθεί απλά και πρόσφατα γεγονότα.
- Δυσκολεύεται να προφέρει όλα τα σύμφωνα
- Κάνει συντακτικά λάθη, μπερδεύει γνωστές και εύκολες λέξεις (π.χ. «λάλα», αντί για «.γάλα»)
- Όταν το λεξιλόγιο του είναι περιορισμένο, και οι προτάσεις του μικρές και φτωχές σε περιεχόμενο.
- Όταν δεν μπορεί άνετα να διηγηθεί ένα γεγονός και στην ομιλία του κάνει πολλά σφάλματα.
- Όταν ο λόγος του παιδιού δεν είναι παρόμοιος με των ενηλίκων και το λεξιλόγιό του είναι αρκετά ώριμο.
Τι χρειάζεται ένα παιδί για να ενταχθεί στο σχολικό πλαίσιο;
Είναι σημαντικό η αντιμετώπιση των αρθρωτικών προβλημάτων να γίνει πριν το παιδί ενταχθεί στο σχολικό πλαίσιο γιατί θα μπορούσε να του δημιουργήσει δυσκολίες στη σχολική του επίδοση, αλλά και στις σχέσεις με τους συμμαθητές του.
Ενδεικτικά, κάποια παραδείγματα-συμπτώματα αρθρωτικών δυσκολιών είναι τα ακόλουθα:
- /θέλω/-/σέλω/ = αντικατάσταση φωνημάτων
- /μπάλα/-/μπάα/ = παράλειψη φωνημάτων
- /τραπέζι/-/ταπέζι/ = απλοποιήσεις συμπλεγμάτων
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις θα πρέπει άμεσα να επισκεφτείτε ένα λογοθεραπευτή ο οποίος μέσω ειδικών δοκιμασιών. θα αξιολογήσει και θα δημιουργήσει εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης για τις ανάγκες του κάθε παιδιού.
Η χρήση τόσο της πιπίλας όσο και του μπιμπερού, θα πρέπει να σταματήσει πριν την ηλικία των 3 ετών. Έτσι, τυχόν παραμορφώσεις των δοντιών ή των γνάθων να προλάβουν να διορθωθούν από μόνες τους με το χρόνο και με την ανάπτυξη του παιδιού.
Αντίθετα, αν η συνήθεια αυτή συνεχιστεί, ειδικά για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά το 3ο έτος, υπάρχει αυξημένη πιθανότητα το παιδί να παρουσιάσει :
- Προβλήματα άρθρωσης: όπως για παράδειγμα αλλοίωση των χειλικών, οδοντικών και φατνιακών φωνημάτων ( /t/, /d/, /n/, /r/,/l/,/f/, /v/, /s/)
- Προβλήματα στην ανάπτυξη της ομιλίας: με την στοματική κοιλότητα μερικώς καλυμμένη από την πιπίλα μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα ως προς το βάβισμα, την μίμηση ήχων, λέξεων ή και προτάσεων, τα οποία να παρουσιάζονται περιορισμένα.
- Προβλήματα στην σύγκλιση των δοντιών: είναι πιθανόν να προεξέχουν τα μπροστινά δόντια , να δημιουργηθεί κενό ανάμεσα στα δόντια (χασματοδοντία) λόγω της τοποθέτησης της γλώσσας ανάμεσα στα δόντια όταν το παιδί κλείνει το στόμα του.
- Ανώριμο μηχανισμό κατάποσης και κίνηση της γλώσσας: η γλώσσα γίνεται πιο πλαδαρή;;;;; έχοντας σαν αποτέλεσμα την λανθασμένη θέση της που θα επηρεάσει την μάσηση και την κατάποση.